Ποιος τα μεσάνυχτα καβαλικεύει;
Είν’ ο πατέρας με το παιδί· το ’χει στα στήθια του και το χαϊδεύει και κάπου σκύβει και το φιλεί. |
|
— Παιδί μου, τι έκρυψες το πρόσωπό σου; — Δε βλέπεις τ’ άγριο το ξωτικό, πατέρα; πέρασε απ’ το πλευρό σου· — Τα νέφια απλώνονται εις το νερό. |
|
— Παιδί μου, έλα στη συντροφιά μου, μ’ αρέσ’ η όψις σου η δροσερή, περίσσια λούλουδα έχ’ η οχθιά μου, κι έχ’ η μητέρα μου στολή χρυσή. |
|
— Ακούς, πατέρα μου, ακούς τι λέει; Με θέλει σύντροφο το ξωτικό· — Παιδί μου, ησύχασε, τ’ αέρι κλαίει σ’ άγριο χαμόδενδρο, θάμνο ξερό. |
|
— Παιδί μου, έλα τι σε τρομάζει; θα ’χεις τις κόρες μου για συντροφιά, που όταν τη λίμνη μας νύχτα σκεπάζει, χορεύουν εύθυμες στην αμμουδιά. |
|
— Πατέρα, κοίταξε· δε βλέπεις πέρα, σαν να χορεύουνε οι κορασιές; — Παιδί μου, βλέπω απ’ τον αέρα, κουνιούνται πένθιμα γριές ιτιές. |
|
— Μ’ αρέσει η όψη σου, χρυσό μου αστέρι, μα συ δεν έρχεσαι· σε παίρνω εγώ... — Πατέρα, άπλωσε το άγριο χέρι, πατέρα, μ’ έπνιξε το ξωτικό. |
|
Τρέμει ο πατέρας του και τ’ άλογό του κεντά και χάνεται σαν αστραπή· φθάνει στη θύρα του... ωιμέ το γιο του κρύο στον κόρφο του, νεκρό κρατεί. |
❀❀❀❀❀❀❀❀❀❀
Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016
"Το εξωτικό"...Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου